- κέρβερος
- Μυθολογικό ον. Είχε μορφή σκύλου με τρία (ή πενήντα) κεφάλια και ουρά φιδιού και φρουρούσε την είσοδο του Άδη. Ήταν γιος του Τυφώνα και της Έχιδνας, όπως επίσης ο δικέφαλος σκύλος του Γηρυόνη, Όρθρος, η Λερναία Ύδρα και άλλα τέρατα. Ο Κ. αντιστοιχεί στον αιγυπτιακό Άνουβη, το κυνοκέφαλο τέρας που οδηγούσε τις ψυχές στον Κάτω Κόσμο. Υποδεχόταν φιλικά όποιον ερχόταν στον Άδη, αλλά καταβρόχθιζε όλους όσοι επιχειρούσαν να επιστρέψουν στον κόσμο των ζωντανών. Ο μύθος τον συνδέει με διάφορες μυθικές μορφές της αρχαιότητας, όπως ο Θησέας, ο Ηρακλής και ο Ορφέας. Ένας από τους άθλους του Ηρακλή ήταν η απαγωγή του Κ., τον οποίο, αφού παρουσίασε στον Ευρυσθέα, οδήγησε και πάλι στον Άδη.
Ο Ηρακλής οδηγεί τον Κέρβερο, τον τρικέφαλο φύλακα του Άδη, στον Ευρυσθέα, που τρομαγμένος προσπαθεί να κρυφτεί μέσα σε ένα πιθάρι, παράσταση σε καιρετανή υδρία (περ. 530-525 π.Χ.). (Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι).
* * *ο (Α κέρβερος)ως κύριο όν. ο Κέρβεροςμυθικό τέρας που είχε σώμα σκύλου, ένα ή περισσότερα κεφάλια και, αντί για ουρά, φίδι, τρομερός φύλακας τών πυλών τού Άδη, ενώ αργότερα λεγόταν ότι είχε τρία σώματανεοελλ.μτφ. αυστηρός και άγρυπνος επιτηρητής ή φύλακας («στάθηκε σαν κέρβερος από πάνω μου και δεν μπορούσα να κουβεντιάσω»)αρχ.1. ονομασία και άλλων σκύλων («ἔνδοξος δὲ καὶ ὁ Ἠπειρωτικὸς Κέρβερος καὶ ὁ Ἀλεξάνδρου», Πολυδ.)2. ονομασία πτηνού.[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Αμφίβολη η σύνδεση του με τα αρχ. ινδ. karbara-, śarvara, śabala- «στικτός, παρδαλός», μολονότι κι αυτά αναφέρονται σε ανάλογες περιπτώσεις σκύλων τής ινδικής μυθολογίας. Πρόκειται πιθ. για λ. τού προελληνικού μεσογειακού γλωσσικού υποστρώματος, την οποία ενδεχομένως δανείστηκε και η Αρχαία Ινδική].
Dictionary of Greek. 2013.